“Το λατρεύω αυτό το βιβλίο”, γράφει ο David Ritz στην εισαγωγή του και δεν είναι ο μόνος που το αγάπησε. Δεν είναι μια δακρύβρεχτη ιστορία ζωής. Η αλήθεια βγαίνει μέσα από συγκλονιστικές σκηνές. Δεν υπάρχει ηττοπάθεια αλλά μια τρομερή δύναμη. Για μένα ήταν από τα αγαπημένα μου βιβλία από την πρώτη του κυκλοφορία. Σε έκανε να ξεχνάς τα πάντα. Προβλήματα, εμπόδια, την δύσκολη καθημερινότητα.
“Η μαμά κι ο μπαμπάς ήταν ακόμα παιδιά όταν παντρευτήκανε. Αυτός ήταν δεκαοκτώ χρονών, εκείνη δεκάξι κι εγώ τριών”.
Με αυτά τα λόγια αρχίζει η αυτοβιογραφία της Billie Holiday. Ένα βιβλίο γεμάτο πάθος που σε ταξιδεύει στο χρόνο και σε μεταφέρει στην Αμερική που μεγάλωσε και έζησε. Από τα δύσκολα παιδικά της χρόνια στην ενηλικίωση. “Όταν είσαι φτωχός μεγαλώνεις γρήγορα”.
Με γλώσσα σκληρή και χωρίς συναισθηματισμούς καταγράφει τη ζωή της, από το πορνείο της γειτονιάς που δούλευε καθαρίζοντας χωρίς χρήματα, για να την αφήσουν να ακούσει στο γραμμόφωνο τον Louis Armstrong και την Bessie Smith. Μιλάει για τον βιασμό στα δέκα της χρόνια αλλά και τον ρατσισμό της εποχής της. Μας μεταφέρει από την Βαλτιμόρη στη Νέα Υόρκη, το Χάρλεμ, αναφέρεται στο κραχ που δεν ήταν τίποτα νέο γι’ αυτή και τη μητέρα της, στο τέλος της ποτοαπαγόρευσης. Η αρχή για το τραγούδι ήταν η “Ξύλινη Καλύβα” για την Billie Holiday.
“Δεν έχεις ακούσει ποτέ τόσο αργό, τόσο χουζούρικο τραγούδι, πως το τραβάει.”
Το 1954 ο William Dufty και η Billie Holiday άρχισαν να δουλεύουν την ιστορία της ζωής της και το 1956 εκδόθηκε το βιβλίο. Τον πρώτο χρόνο πούλησε 12.000 αντίτυπα. Οι τίτλοι από τα κεφάλαια είναι στίχοι από διάσημα τραγούδια της και προσφέρουν τον κώδικα για να κατανοήσουμε τα απομνημονεύματά της. Το βιβλίο συμπληρώνεται με κατάλογο γνωστών εγγραφών από τη δισκογραφία της.
Οι ιστορίες της Lady Day, της Κυρίας της ημέρας, η μουσική της πορεία, οι περιπέτειες της με τα ναρκωτικά και τις φυλακές. Έχει σημασία αν είναι έτσι ακριβώς όλα όσα η Billie Holiday αφηγείται; Είναι η δική της ματιά πάνω στη ζωή της και την καριέρα της ή η αληθινή ιστορία της; Πόσο επεμβαίνει στις αφηγήσεις της ο William Dufty; Ίσως να μην παίζει η πραγματικότητα τον κύριο ρόλο. Το σίγουρο πάντως είναι πως αυτό το βιβλίο κρατάει το ενδιαφέρον σου αμείωτο και δεν το αφήνεις χωρίς να φτάσεις στα τελευταία του λόγια.
Ρενάτα Δικαιοπούλου 15 Απριλίου 2013